Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ξαφνιάζομαι < παθητική φωνή του ρήματος ξαφνιάζω

  Ρήμα επεξεργασία

ξαφνιάζομαι

→ δείτε τη λέξη ξαφνιάζω