Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ξαραχνιάσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος ξαραχνιάζω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ξαραχνιάζω
  3. θα ξαραχνιάσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ξαραχνιάζω