Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

νεκρωθεί

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος νεκρώνομαι
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος νεκρώνομαι
  3. θα νεκρωθεί: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος νεκρώνομαι