νεκροφιλήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίανεκροφιλήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος νεκροφιλώ
- θα νεκροφιλήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος νεκροφιλώ
νεκροφιλήσεις