Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

νεκρανάστησε

  1. γ' ενικό οριστικής αορίστου του ρήματος νεκρανασταίνω
  2. β' ενικό προστακτικής αορίστου του ρήματος νεκρανασταίνω