Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
νανάκια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
νανάκια
< υποκοριστικό του
νάνι
Ουσιαστικό
επεξεργασία
νανάκια
ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
(
οικείο
) ο
ύπνος
(χρησιμοποιείται συνήθως όταν απευθυνόμαστε σε νήπια)
πάμε για
νανάκια
;
Μεταφράσεις
επεξεργασία
νανάκια