Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

μεταμφιεστώ

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος μεταμφιέζομαι
  2. θα μεταμφιεστώ: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος μεταμφιέζομαι