Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

μεταγλωττιστούν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος μεταγλωττίζομαι
  2. θα μεταγλωττιστούν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος μεταγλωττίζομαι