Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μεσεγγύησις < μεσεγγυη(τής) + -σις → δείτε μεσεγγύη & μεσ-

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μεσεγγύησις θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία