Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

μερίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος μερίζω
  2. θα μερίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος μερίζω