Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

μειδιάσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος μειδιώ
  2. θα μειδιάσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος μειδιώ