Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μαγκεύω < μάγκας + -εύω

  Ρήμα επεξεργασία

μαγκεύω

μάγκεψε ο Παναγιωτάκης!

  Μεταφράσεις επεξεργασία