Ετυμολογία

επεξεργασία
λιγάση < αγγλική ligase

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

λιγάση θηλυκό

  • (βιολογία): ένζυμο που καταλύει ενώσεις βραχέων μορίων, δημιουργώντας μεγαλύτερα.

  Μεταφράσεις

επεξεργασία