Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

λεηλατήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος λεηλατώ
  2. θα λεηλατήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος λεηλατώ