Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κᾶλον < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *keh₂w-

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κᾶλον ουδέτερο