κόβω την τράπουλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Έκφραση
επεξεργασία
κόβω την τράπουλα
- μετά το ανακάτεμα των καρτών της τράπουλας, τοποθετώ αυτή στο τραπέζι και την χωρίζω τυχαία σε δύο μέρη.