Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

κωπηλατήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κωπηλατώ
  2. θα κωπηλατήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κωπηλατώ