Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

κρυφτώ

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κρύβομαι
  2. θα κρυφτώ: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κρύβομαι