Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

κρεβατώσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κρεβατώνω
  2. θα κρεβατώσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κρεβατώνω