κρέμουμαι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κρέμουμαι < μεσαιωνική ελληνική κρέμουμαι < αρχαία ελληνική κρέμαμαι
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈkɾe.mu.me/
Ρήμα επεξεργασία
κρέμουμαι
- άλλη μορφή του κρέμομαι
Μεταφράσεις επεξεργασία
κρέμουμαι
|