Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

κοστολογήσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κοστολογώ
  2. θα κοστολογήσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κοστολογώ