Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

κολάσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κολάζω
  2. θα κολάσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κολάζω