Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κοίμισε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
κοίμισε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
κοιμίζω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
κοιμίζω