Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

κινητοποιήσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κινητοποιώ
  2. θα κινητοποιήσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κινητοποιώ