Ετυμολογία

επεξεργασία
κεντρώος < κέντρο

κεντρώος

  • (πολιτική) άνθρωπος που χαρακτηρίζεται από ιδέες πιο κοντά στο κέντρο της πολιτικής, αντί για δεξιές ή αριστερές ιδέες

Μεταφράσεις

επεξεργασία