Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

κατολισθήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος κατολισθαίνω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κατολισθαίνω
  3. θα κατολισθήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κατολισθαίνω