Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

κατοικήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κατοικώ
  2. θα κατοικήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κατοικώ