Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

καταδιώξει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος καταδιώκω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος καταδιώκω
  3. θα καταδιώξει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος καταδιώκω