Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κατέφυγα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
kaˈte.fi.ɣa
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
κα‐τέ‐φυ‐γα
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
κατέφυγα
α' ενικό πρόσωπο οριστικής αορίστου του ρήματος
καταφεύγω
παλαιότερος τύπος:
κατέφυγον