Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κατάδεσμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κατάδεσμος
<
κατά
+
δεσμός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κατάδεσμος
ουδέτερο
επίδεσμος
μαγικός δεσμός, κατάρα σε γραπτή μορφή (δες ενδεικτικά
Κατάδεσμος της Πέλλας
)