Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

κακοθανατίσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κακοθανατίζω
  2. θα κακοθανατίσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κακοθανατίζω