Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

καθυστερήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος καθυστερώ
  2. θα καθυστερήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος καθυστερώ