Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ιονίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ιονίζω
  2. θα ιονίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ιονίζω