Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

θυσιαστώ

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος θυσιάζομαι
  2. θα θυσιαστώ: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος θυσιάζομαι