Ετυμολογία

επεξεργασία
θανατά: ως γενική ενικού, χωρίς ονομαστική *θανατάς στην έκφραση του θανατά

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /θa.naˈta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: θα‐να‐τά

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

θανατά αρσενικό (ελλειπτικό ουσιαστικό)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία