Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

θαλασσώσετε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος θαλασσώνω
  2. θα θαλασσώσετε: β' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος θαλασσώνω