Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

θάψει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος θάβω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος θάβω
  3. θα θάψει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος θάβω