Ετυμολογία

επεξεργασία
ηλεκτρική μηχανή < ηλεκτρική + μηχανή

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

ηλεκτρική μηχανή θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία