ηγηθεί
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαηγηθεί
- απαρέμφατο αορίστου του ρήματος ηγούμαι
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ηγούμαι
- θα ηγηθεί: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ηγούμαι