Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ζηλοτύπησε

  1. γ' ενικό οριστικής αορίστου του ρήματος ζηλοτυπώ
  2. β' ενικό προστακτικής αορίστου του ρήματος ζηλοτυπώ