Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
Ένα πιάτο Ζαμπαγιόνε.

  Ετυμολογία επεξεργασία

ζαμπαγιόνε < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ζαμπαγιόνε ουδέτερο ή θηλυκό άκλιτο

  • γλυκό της ιταλικής κουζίνας

  Μεταφράσεις επεξεργασία