Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ευτυχήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος ευτυχώ
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ευτυχώ
  3. θα ευτυχήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ευτυχώ