Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

εποικίσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εποικίζω
  2. θα εποικίσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εποικίζω