Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

επιχρίσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος επιχρίω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επιχρίω
  3. θα επιχρίσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επιχρίω