Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

επιτιμήσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος επιτιμώ
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επιτιμώ
  3. θα επιτιμήσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επιτιμώ