Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

επιπλεύσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επιπλέω
  2. θα επιπλεύσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επιπλέω