Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

επαληθεύσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος επαληθεύω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επαληθεύω
  3. θα επαληθεύσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επαληθεύω