Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εξωσυζυγικώς < εξωσυζυγικ(ός) + -ώς

  Επίρρημα επεξεργασία

εξωσυζυγικώς

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία