Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

εξελίξει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος εξελίσσω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εξελίσσω
  3. θα εξελίξει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εξελίσσω