Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

εξακριβώσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος εξακριβώνω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εξακριβώνω
  3. θα εξακριβώσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εξακριβώνω